Τα κράτη του Κόσμου| Albania
- matthewhenderson90
- Apr 28, 2016
- 17 min read
Αυτό είναι ένα άρθρο του Εμμανουλ Πετρουλάκη, Προέδρος

Η Αλβανία , γνωστή επισήμως ως Δημοκρατία της Αλβανίας είναι μια Βαλκανικήχώρα της ΝΑ Ευρώπης. Συνορεύει βόρεια και βορειοδυτικά με το Μαυροβούνιο, βορειοανατολικά με την αμφισβητούμενη περιοχή του Κοσόβου, ανατολικά με την πρώην Γιουγκοσλαβική Δημοκρατία της Μακεδονίας και νότια με την Ελλάδα. Βρέχεται από την Αδριατική θάλασσα δυτικά, και το Ιόνιο πέλαγος νοτιοδυτικά. Απέχει λιγότερο από 72 χλμ. από την Ιταλία μέσω του Πορθμού του Οτράντο που συνδέει την Αδριατική με το Ιόνιο.
Η Αλβανία είναι μέλος του ΟΗΕ, του ΝΑΤΟ, του Οργανισμού για την Ασφάλεια και τη Συνεργασία στην Ευρώπη, του Συμβουλίου της Ευρώπης, του Παγκοσμίου Οργανισμού Εμπορίου, του Οργανισμού Ισλαμικής Διάσκεψης και είναι ένα από τα ιδρυτικά μέλη της Ένωσης για τη Μεσόγειο. Η Αλβανία είναι υποψήφια προς ένταξη χώρα στην Ευρωπαϊκή Ένωση. Η χώρα έκανε επίσημη αίτηση για ένταξη στην ΕΕ στις 28 Απριλίου 2009 και έλαβε καθεστώς επίσημης υποψήφιας στις 24 Ιουνίου 2014.
Η σημερινή επικράτεια της Αλβανίας ήταν σε πολλές φάσεις της ιστορίας μέρος των Ρωμαϊκών επαρχιών της Δαλματίας , της Μακεδονίας και της Μοισίας. Το σημερινό κράτος έγινε ανεξάρτητο μετά τη κατάρρευση της Οθωμανικής Αυτοκρατορίας στην Ευρώπη μετά τους Βαλκανικούς Πολέμους. Η Αλβανία ανακήρυξε ανεξαρτησία στις 28 Νοεμβρίου 1912 και πρώτος κυβερνήτης της ήταν ο Ισμαήλ Κεμάλ . Πέρασε μέσα από πολιτικά καθεστώτα Πριγκιπάτου, Δημοκρατίας και Βασιλείου μέχρι την εισβολή των Ιταλών το 1939, όποτε έγινε και προτεκτοράτο. Το 1944 έγινε Λαϊκή Σοσιαλιστική Δημοκρατία υπό τονΕνβέρ Χότζα και το Εργατικό Κόμμα .
Εθνικός ήρωας της Αλβανίας είναι ο Σκεντέρμπεης γνωστός και ως Γεώργιος Καστριώτης .
Η Αλβανία είναι μια Προεδρευόμενη Κοινοβουλευτική Δημοκρατία με Μεταβατική Οικονομία. Οι μεταρρυθμίσεις ελεύθερης αγοράς έχουν ανοίξει τη χώρα σε διεθνείς επενδύσεις, κυρίως στον τομέα της ενέργειας και των υποδομών μεταφοράς.
Αρχαιότητα
Οι αρχαίοι κάτοικοι του μεγαλύτερου μέρους της περιοχής που καλύπτει σήμερα η Αλβανία (και του μεγαλύτερου μέρους της πρώην Γιουγκοσλαβίας) ήταν οι Ιλλυριοί. Τα αρχαιολογικά ευρήματα συγκεντρωμένα στις παράκτιες περιοχές δεν αποδίδουν έως τώρα σαφή εικόνα του πολιτισμού αυτών των ανθρώπων.
Η επικρατέστερη άποψη των ιστορικών είναι ότι οι σύγχρονοι Αλβανοί προέρχονται από τους γηγενείς αρχαίους Ιλλυριούς, και ίσως ως ένα βαθμό από άλλους αρχαίους βαλκανικούς λαούς (Θράκες και Δάκες), με βάση τεστ DNA, σύνδεση ιλλυρικών ονομάτων προσώπων και τόπων με σύγχρονα αλβανικά, ιστορικά γεγονότα κλπ.
Στην ευρύτερη περιοχή η παρουσία των Ιλλυριών ανιχνεύεται στο σχηματισμό πολιτικής δομής κατά τον 7ο και 6ο αιώνα π.Χ.. Οι Ιλλυριοί πάντως σχημάτισαν βασίλεια γύρω από πολέμαρχους που αντιμάχονταν μεταξύ τους στο μεγαλύτερο τμήμα της ιστορίας τους (δεν υπήρχε ενότητα των ιλλυρικών φυλών, όπως και στην περίπτωση των Ελλήνων). Κατά την αρχαιότητα, είχαν αναπτύξει σχέσεις με τους Έλληνες. Κατά περιόδους, είχαν συγκρούσεις με ελληνικές φυλές, κατά των Χαόνων και των Μολοσσών στην Ήπειρο και κατά του Μακεδονικού βασιλείου, μα και κατά την ίδρυση ελληνικών αποικιών σε μέρη που κατοικούσαν Ιλλυριοί (Απολλωνία).
Ρωμαϊκή κυριαρχία και Μεσαίωνικη
Ο εδαφικός πυρήνας του Αλβανικού κράτους σχηματίστηκε το Μεσαίωνα ως Πριγκιπάτο του Αρβάνου (Αλβανικά: Αρμπέρ) και Βασίλειο της Αλβανίας. Το Πριγκιπάτο του Αρβάνου ήταν το πρώτο Αλβανικό κράτος κατά το Μεσαίωνα και ιδρύθηκε από τον άρχοντα Πρόγονο στην περιοχή της Κρούγιας γύρω στα 1190. Τον ιδρυτή Πρόγονο διαδέχθηκαν οι γιοί του Τζην και Δημήτριος, με το δεύτερο το βασίλειο να φτάνει στο ανώτερο σημείο του. Μετά το θάνατο του Δημήτριου, τελευταίου της οικογένειας των Προγόνων, το πριγκιπάτο περιήλθε στον Έλληνα Γρηγόριο Καμονά και στη συνέχεια στον Αλβανό γαμπρό του Γουλαμό, για να διαλυθεί τελικά το 1255. Από ορισμένους ιστορικούς θεωρείται ότι το Πριγκιπάτο του Αρβάνου ήταν το πρώτο δείγμα "Αλβανικού κράτους" και ότι διατήρησε ημιαυτόνομο καθεστώς ως το δυτικό άκρο μιας αυτοκρατορίας (υπό τους Δούκες της Ηπείρου ή τους Λασκαρίδες τηςΝίκαιας).
Οθωμανική κυριαρχία
Πορτρέτο του Γεωργίου Καστριώτη Σκεντέρμπεη.
Στις αρχές της εγκαθίδρυσης της Οθωμανικής Αυτοκρατορίας στη Νοτιοανατολική Ευρώπη, το γεωπολιτικό σκηνικό χαρακτηριζόταν από διάσπαρτα βασίλεια μικρών πριγκιπάτων. Οι Οθωμανοί είχαν στήσει τις φρουρές τους σε όλη τη νότια Αλβανία το 1415 και κατέλαβαν το μεγαλύτερο μέρος της Αλβανίας το 1431. Εντούτοις το 1443 ξέσπασε μια μεγάλη και μακροχρόνια εξέγερση υπό την ηγεσία του Αλβανού εθνικού ήρωα Σκεντέρμπεη, που διήρκεσε μέχρι το 1479, νικώντας πολλές φορές μεγάλους Οθωμανικούς στρατούς υπό τους σουλτάνους Μουράτ Β΄ και Μωάμεθ Β΄. Ο Σκεντέρμπεης συνένωσε αρχικά τους Αλβανούς πρίγκιπες και κατόπιν εγκαθίδρυσε μια κεντρική εξουσία στο μεγαλύτερο μέρος των μη κατακτημένων εδαφών και έγινε Άρχοντας της Αλβανίας. Προσπάθησε επίσης ακατάπαυστα αλλά μάλλον ανεπιτυχώς να δημιουργήσει ένα συνασπισμό των Ευρωπαίων κατά των Οθωμανών. Ματαίωσε κάθε προσπάθεια των Οθωμανών να ανακτήσουν την Αλβανία, που την οραματίζονταν ως εφαλτήριο για την εισβολή στην Ιταλία και στη Δυτική Ευρώπη. Ο άνισος αγώνας του κατά της ισχυρότερης δύναμης της εποχής κέρδισε την εκτίμηση της Ευρώπης καθώς και κάποια υποστήριξη με τη μορφή χρημάτων και στρατιωτική βοήθειας από τη Νάπολη, τους πάπες, τη Βενετία και τη Ραγούζα.
Aλβανικές δυνάμεις υπό το Σκεντέρμπεη επιτίθενται σε Οθωμανικό στρατόπεδο το 1457.
Με την άφιξη των Τούρκων το Ισλάμ εισήχθη στην Αλβανία ως τρίτη θρησκεία. Ο προσηλυτισμός αυτός προκάλεσε μαζική μετανάστευση Αλβανών προς τις Χριστιανικές Ευρωπαϊκές χώρες. Πολλοί Αλβανοί διέφυγαν στη γειτονική Ελλάδα όπως επίσης στην Ιταλία, κυρίως στην Καλαβρία και τη Σικελία. Μαζί με τους Βόσνιους οι Αλβανοί Μουσουλμάνοι κατείχαν εξέχουσα θέση στην αυτοκρατορία και ήταν το κύριο στήριγμα της Οθωμανικής πολιτικής στα Βαλκάνια.
Ο Κιοπρουλού Μεχμέτ Πασάς ήταν ο αποτελεσματικότερος και ισχυρότερος από τους Μεγάλους Βεζίρηδες Αλβανικής καταγωγής της Οθωμανικής Αυτοκρατορίας.
Με αυτή την προνομιακή θέση στην αυτοκρατορία οι Αλβανοί Μουσουλμάνοι κατέλαβαν διάφορες διοικητικές θέσεις, με πάνω από 25 Μεγάλους Βεζίρηδες Αλβανικής καταγωγής, όπως ο Στρατηγός Κιοπρουλού Μεχμέτ Πασάς, που διοικούσε τις Οθωμανικές δυνάμεις κατά τους Οθωμανοπερσικούς Πολέμους, ο Στρατηγός Κιοπρουλού Φαζίλ Αχμέτ, που ηγείτο του Οθωμανικού στρατού κατά τον Αυστροτουρκικό Πόλεμο (1663–1664) και αργότερα οΜεχμέτ Αλή Πασάς της Αιγύπτου.
Το 15ο αιώνα, όταν οι Οθωμανοί εδραίωσαν την παρουσία τους στην περιοχή, οι Αλβανικές πόλεις οργανώθηκαν σε τέσσερα κύρια σαντζάκια. Η κυβέρνηση προώθησε το εμπόριο ιδρύοντας μια σημαντική Εβραϊκή αποικία προσφύγων που είχαν φύγει διωγμένοι από την Ισπανία (στα τέλη του 15ου αιώνα). Από τα λιμάνια του Αυλώνα περνούσαν εμπορεύματα εισαγόμενα από την Ευρώπη, όπως βελούδα, βαμβακερά, μάλλινα, χαλιά, μπαχαρικά και δέρματα από την Προύσα και την Κωνσταντινούπολη. Μερικοί πολίτες του Αυλώνα είχαν ακόμη και εμπορικούς συνεργάτες στην Ευρώπη.
Αλβανοί υπήρχαν επίσης σε όλη την αυτοκρατορία, στο Ιράκ, στην Αίγυπτο, στην Αλγερία και σε όλο το Μαγκρέμπ, ως ζωτικής σημασίας στρατιωτικοί και διοικητικοί λειτουργοί. Αυτό οφειλόταν εν μέρει στο Παιδομάζωμα. Η διαδικασία του εξισλαμισμού υπήρξε σταδιακή, αρχίζοντας με την άφιξη των Οθωμανών το 19ο αιώνα (σήμερα μια μειονότητα Αλβανών είναι Καθολικοί ή Ορθόδοξοι Χριστιανοί, ενώ η μεγάλη πλειοψηφία έχει γίνει Μουσουλμανική). Οι τιμαριούχοι, το υπόβαθρο της πρώιμης Οθωμανικής εξουσίας στη Νοτιοανατολική Ευρώπη, δεν ήταν κατ' ανάγκη προσήλυτοι στο Ισλάμ και κατά καιρούς εξεγείρονταν. Διασημότερος από αυτούς τους επαναστάτες είναι ο Σκεντέρμπεης (που η μορφή του θα χρησιμοποιείτο αργότερα το 19ο αιώνα ως κεντρικό στοιχείο της Αλβανικής εθνικής ταυτότητας). Η σημαντικότερη επίπτωση στους Αλβανούς ήταν η σταδιακή διαδικασία εξισλαμισμού της μεγάλης πλειοψηφίας του πληθυσμού, αν και αυτό έγινε πιο πλατειά μόνο το 17ο αιώνα.
Πολλοί Καθολικοί προσηλυτίσθηκαν το 17ο αιώνα, ενώ οι Ορθόδοξοι Αλβανοί τους ακολούθησαν το 18ο αιώνα. Την, αρχικά περιορισμένη στα κύρια αστικά κέντρα Ελμπασάν και Σκόδρα, νέα θρησκεία, ασπάσθηκε την περίοδο αυτή και η ύπαιθρος. Τα κίνητρα για τον προσηλυτισμό ήταν, σύμφωνα με τους μελετητές ποικίλα, ανάλογα με την περίπτωση. Η έλλειψη πρωτογενών πηγών δεν βοηθάει τη διερεύνηση τέτοιων ζητημάτων.
Η Αλβανία παρέμεινε υπό την Οθωμανική εξουσία ως τμήμα της επαρχίας της Ρούμελης μέχρι το 1912, όταν ανακηρύχθηκε η ανεξάρτητη Αλβανία.
Το Αλβανικό Βιλαέτι, που διεκδικήθηκε από τη Λίγκα του Πρίζρεν.
Η εποχή του εθνικισμού
Ο Σύνδεσμος της Πρίζρενης δημιουργήθηκε την 1 Ιουνίου 1878, στο Πρίζρεν του Βιλαετίου του Κοσσυφοπεδίου της Οθωμανικής Αυτοκρατορίας. Αρχικά οι Οθωμανικές αρχές υποστήριξαν τον Σύνδεσμο, που η αρχική του θέση βασιζόταν στη θρησκευτική αλληλεγγύη των Μουσουλμάνων γαιοκτημόνων και των ανθρώπων που συνδέονταν με την Οθωμανική διοίκηση, που τόνιζε τη Μουσουλμανική αλληλεγγύη και έκανε έκκληση για υπεράσπιση των Μουσουλμανικών εδαφών, περιλαμβανομένης της σημερινής Βοσνίας και Ερζεγοβίνης. Αυτός ήταν ο λόγος που ο Σύνδεσμος ονομάστηκε Επιτροπή των Πραγματικών Μουσουλμάνων (Αλβανικά Komiteti i Myslimanëve të Vërtetë). Ο Σύνδεσμος εξέδωσε ένα διάταγμα, γνωστό ωςΚαραρνάμε, όπου περιεχόταν ανακοίνωση ότι οι άνθρωποι από "Βόρεια Αλβανία, την Ηπειρο και τη Βοσνία" είναι πρόθυμοι να υπερασπισθούν την "εδαφική ακεραιότητα" της Οθωμανικής Αυτοκρατορίας "με όλα τα δυνατά μέσα" από τα στρατεύματα της Βουλγαρίας, της Σερβίας και του Μαυροβουνίου. Υπογράφτηκε από 47 Μουσουλμάνους εκπροσώπους στις 18 Ιουνίου 1878. Στη συνέλευση συμμετείχαν 300 περίπου Μουσουλμάνοι, περιλαμβανομένων συνέδρων από τη Βοσνία και του μουτασαρίφ (σαντζάκμπεη) του Σαντζακίου του Πρίζρεν ως αντιπροσώπου των κεντρικών αρχών και χωρίς συνέδρους από το Βιλαέτι της Σκόδρας.
Οι Οθωμανοί ακύρωσαν την υποστήριξή τους όταν ο Σύνδεσμος, υπό την επιρροή του Αμπντίλ μπέη Φρασέρι, εστίασε τη δράση της προς την Αλβανική αυτονομία και ζήτησε τη συνένωση των τεσσάρων Οθωμανικών βιλαετίων (Κοσόβου, Σκόδρας, Μοναστηρίου και Ιωαννίνων) σε ένα νέο βιλαέτι της Οθωμανικής Αυτοκρατορίας (το Αλβανικό Βιλαέτι). Αργότερα η Αλβανική εξέγερση του 1912, η ήττα των Οθωμανών κατά τους Βαλκανικούς Πολέμους και η προέλαση των στρατών των Μαυροβουνίων, των Σέρβων και των Ελλήνων στα εδάφη που διεκδικούσαν και οι Αλβανοί, οδήγησαν στην εδραίωση του αλβανικού εθνικού κινήματος.
Κρυφά σχολεία
Στη διάρκεια της τουρκοκρατίας, και ειδικά μετά τον ρωσο-τουρκικό πόλεμο του 1877-78, ενώ η Οθωμανική Αυτοκρατορία εισερχόταν σε κατάσταση αποσύνθεσης, μεταξύ των άλλων εθνών εκδηλώθηκε και το αποσχιστικό κίνημα των Αλβανών. Για να ελέγξουν αυτή την κατάσταση οι Οθωμανοί επιχείρησαν να επιβάλλουν την τουρκική γλώσσα στους Αλβανούς όπως και τους Πομάκους. Σε αντίδραση, οι Αλβανοί σχημάτισαν μυστικές κοινότητες σε γειτονικές βαλκανικές χώρες όπου σε κρυφά σχολεία διδασκόταν η αλβανική.[8] Στη συντήρηση της αλβανικής συνέβαλε και το τάγμα των Μπεκτασήδων με τη λειτουργία κρυφών σχολείων κατά την ύστερη τουρκοκρατία. Το 1902 ο σουλτάνος Αβδούλ Χαμίτ διέταξε το κλείσιμο των σχολείων και την απαγόρευση των βιβλίων στην αλβανική γλώσσα. Τότε οι τεκέδες των Μπεκτασήδων σχημάτισαν ένα δίκτυο παράνομων σχολείων όπου μορφωμένοι δερβίσηδες συντηρούσαν τον εθνικό πολιτισμό των Αλβανών.
Ανεξαρτησία
Ο Ισμαήλ Κεμάλ και το υπουργικό του συμβούλιο κατά τον εορτασμό της πρώτης επετείου της ανεξαρτησίας στον Αυλώνα στις 28 Νοεμβρίου 1913.
Στις 28 Νοεμβρίου 1912 συνήλθε συνέδριο των Αλβανών αντιπροσώπων στον Αυλώνα. Η 83μελής συνέλευση που το απάρτιζε ανακήρυξε την Αλβανία ανεξάρτητο κράτος και σχημάτισε προσωρινή κυβέρνηση. H Προσωρινή Κυβέρνηση της Αλβανίας συστάθηκε στη δεύτερη σύνοδο της συνέλευσης, στις 4 Δεκεμβρίου 1912. Ηταν δεκαμελής υπό τον Ισμαήλ Κεμάλ μέχρι την παραίτησή του στις 22 Ιανουαρίου 1914. Η Συνέλευση ίδρυσε επίσης τη Γερουσία (Αλβανικά: Pleqësi), με ρόλο συμβουλευτικό της κυβέρνησης, αποτελούμενη από 18 μέλη της Συνέλευσης.
Η ανεξαρτησία της Αλβανίας αναγνωρίσθηκε από τη Διάσκεψη του Λονδίνου, στις 29 Ιουλίου 1913, αλλά η χάραξη των συνόρων του νεοϊδρυθέντος Πριγκιπάτου της Αλβανίας αγνόησε τη δημογραφική πραγματικότητα της εποχής. Στις 15 Οκτωβρίου 1913 συστάθηκε, από τις Μεγάλες Δυνάμεις, η Διεθνής Επιτροπή Ελέγχου, για να αναλάβει τη διοίκηση της νεοϊδρυθείσας Αλβανίας μέχρι να ενισχυθούν οι τοπικοί πολιτικοί θεσμοί. Η έδρα της ήταν στον Αυλώνα. Η Διεθνής Χωροφυλακή συστάθηκε ως η πρώτη αστυνομική δύναμη του Πριγκιπάτου της Αλβανίας. Ως πρώτος πρίγκιπας επιλέχθηκε ο Γουλιέλμος του Βιντ.
Αχμέτ Ζόγου - Βασιλιάς των Αλβανών.
Το Νοέμβριο του 1913 οι Αλβανικές φιλοοθωμανικές δυνάμεις είχαν προσφέρει το θρόνο της Αλβανίας στον Οθωμανό υπουργό πολέμου, Αλβανικής καταγωγής,Ιζέτ Πασά. Οι φιλοοθωμανοί χωρικοί πίστευαν ότι το νέο καθεστώς του Πριγκιπάτου της Αλβανίας ήταν ένα εργαλείο των έξι Χριστιανικών Μεγάλων Δυνάμεων και ντόπιων γαιοκτημόνων που κατείχαν το μισό της καλλιεργήσιμης γης. Η εξέγερση των Αλβανών χωρικών κατά του νέου Αλβανικού καθεστώτος ξέσπασε υπό την ηγεσία της ομάδας Μουσουλμάνων κληρικών συγκεντρωμένων γύρω από τον Εσάντ Πασά Τοπτανί, που αυτοανακηρύχθηκε σωτήρας της Αλβανίας και του Ισλάμ. Για να κερδίσει την υποστήριξη των Καθολικών εθελοντών της Μιρντίτα από τα βουνά στο βορρά ο Πρίγκιπας Βιντ διόρισε τον ηγέτη τους, Πρενκ Μπίμπε Ντόντα, υπουργό εξωτερικών του Πριγκιπάτου της Αλβανίας. Το Μάιο και τον Ιούνιο του 1914 η Διεθνής Χωροφυλακή, από κοινού με τον Ισα Μπολετίνι και τους άνδρες του, κυρίως από το Κοσσυφοπέδιο, και τους Καθολικούς της Μιρντίτα από το βορρά ηττήθηκαν από τους επαναστάτες, που κατέλαβαν το μεγαλύτερο μέρος της Κεντρικής Αλβανίας ως το τέλος του Αυγούστου του 1914. Το καθεστώς του Πρίγκιπα του Βιντ κατέρρευσε και ο ίδιος έφυγε από τη χώρα στις 3 Σεπτεμβρίου 1914.
Το 1913, σε μία διάσκεψη πρεσβευτών στο Λονδίνο, αποφασίστηκε ότι σύμφωνα με τον οθωμανικό κανόνα το αλβανικό έδαφος έπρεπε να διαιρεθεί μεταξύ της Σερβίας και της Ελλάδας. Δεν ήταν όλοι οι συμμετέχοντες υπέρ της συγκεκριμένης πρότασης και έτσι αναγνωρίστηκε η δημιουργία του αλβανικού κράτους, αλλά ένα τμήμα των εδαφών δόθηκε στη Σερβία και στην Ελλάδα. Μετά από το δεύτερο βαλκανικό πόλεμο, οι Οθωμανοί απομακρύνθηκαν από την Αλβανία και υπήρξε πάλι η πιθανότητα απορρόφησης των εδαφών από τη Σερβία και την Ελλάδα. Τούτη η απόφαση εξόργισε τους Ιταλούς που δεν επιθυμούσαν να έχει η Σερβία εκτεταμένη ακτογραμμή, και εξόργισε επίσης τους Γερμανούς, που ήθελαν την ανάπτυξη ενός σιδηροδρόμου που θα οδηγούσε στην Ανατολή. ΗΓερμανία οργάνωσε κατόπιν σειρά διαβουλεύσεων με τη Ρωσία και την Ελλάδα. Η επικυριαρχία στις νότιες περιοχές (Βόρεια Ήπειρος), δεν υπήρξε δυνατή, ακόμη και μετά την αποχώρηση των ελληνικών δυνάμεων, καθώς εκδηλώθηκε αυτονομιστικό κίνημα ενάντια στην επιδίκαση της περιοχή στο νεοσύστατο αλβανικό κράτος, που οργανώθηκε από την Προσωρινή Κυβέρνηση της Βορείου Ηπείρου. Τελικά, αποφασίστηκε ότι η χώρα δεν έπρεπε να διαιρεθεί αλλά αντ' αυτού να παγιωθεί σε πριγκιπάτο της Αλβανίας υπό τον Γερμανό πρίγκιπα William Wied. Όταν ο Γερμανός πρίγκιπας εκδιώχθηκε μετά από 6 μήνες, το Ηνωμένο Βασίλειο, η Γαλλία, και η Ιταλία, ως μέλη της Κοινωνίας των Εθνών, θέλησαν να διαιρέσουν οριστικά τη χώρα αλλά η επέμβαση των ΗΠΑ με τον πρόεδρο Woodrow Wilson (άσκησε βέτο στην ψηφοφορία) επέτρεψε στην Αλβανία να διατηρήσει την οντότητά της. Από το 1928, η χώρα κυβερνήθηκε από το βασιλιά Αχμέτ Ζόγκου.
Τη βραχύβια μοναρχία (1914-1925) διαδέχθηκε η ακόμη πιο βραχύβια πρώτη Αλβανική Δημοκρατία (1925–1928), που αντικαταστάθηκε από νέα μοναρχία (1928–1939). Το βασίλειο υποστηρίχτηκε από το φασιστικό καθεστώς τηςΙταλίας και οι δύο χώρες διατήρησαν στενές σχέσεις μέχρι την ξαφνική εισβολή της Ιταλίας στη χώρα το 1939. Η Αλβανία καταλήφθηκε από τη Φασιστική Ιταλία και στη συνέχεια από τη Ναζιστική Γερμανία κατά το Β΄ Παγκόσμιο Πόλεμο.
Β΄ Παγκόσμιος πόλεμος
Μετά τη στρατιωτική κατάληψή της από την Ιταλία, από το 1939 ως το 1943 το Βασίλειο της Αλβανίας (1939-1943) ήταν προτεκτοράτο εξαρτώμενο από την Ιταλία και κυβερνώμενο από το Βασιλιά της Βιτόριο Εμανουέλε Γ΄ και την κυβέρνησή του. Μετά την εισβολή του Αξονα στη Γιουγκοσλαβία τον Απρίλιο του 1941, τα εδάφη της Γιουγκοσλαβίας με σημαντικό Αλβανικό πληθυσμό προσαρτήθηκαν στην Αλβανία. Η Αλβανία προσάρτησε το μεγαλύτερο μέρος του Κοσσυφοπεδίου, καθώς και το δυτικό τμήμα της σημερινής π.Γ.Δ.Μ., την πόλη Τούτιν στην Κεντρική Σερβία και μια λωρίδα του Ανατολικού Μαυροβουνίου. Μετά τη συνθηκολόγηση της Ιταλίας το 1943 την Αλβανία κατέλαβε η Γερμανία. Το εθνικιστικό Balli Κombetar (Εθνικό Μέτωπο), που είχε πολεμήσει κατά της Ιταλίας, σχημάτισε μια ουδέτερη κυβέρνηση στα Τίρανα και μαζί με τους Γερμανούς πολεμούσε κατά του καθοδηγούμενου από τους κομμουνιστές Εθνικού Απελευθερωτικού Μετώπου της Αλβανίας.
Η αλβανική σημαία επί κομμουνισμού.
Κομμουνιστική Αλβανία
Με τη λήξη του Β΄ Παγκοσμίου Πολέμου η κύρια στρατιωτική και πολιτική δύναμη της χώρας (το Κομμουνιστικό Κόμμα) έστειλε το στρατό του στα βόρεια της Αλβανίας να καταστρέψει τις εθνικιστικές δυνάμεις και να εξαλείψει τους αντιπάλους του. Συνάντησαν σφοδρή αντίσταση στο Νικάι-Μερτούρ, το Ντουκαγκίν και το Κελμέμτ. Της φατρίας των Κελμεντί ηγείτο ο Πρεκ Κάλι. Στις 15 Ιανουαρίου 1945 διεξήχθη μια μάχη στη Γέφυρα Ταμάρα μεταξύ ανταρτών της πρώτης Ταξιαρχίας και εθνικιστικών δυνάμεων με αποτέλεσμα την ήττα των τελευταίων. Περίπου 150 από τους Κελμεντί σκοτώθηκαν ή βασανίστηκαν. Το γεγονός αυτό υπήρξε η αφετηρία άλλων τραγωδιών που συνέβησαν κατά τη δικτατορία του Ενβέρ Χότζα. Εφαρμόστηκε αυστηρά η ταξική πάλη, καταργήθηκαν η ανθρώπινη ελευθερία και τα ανθρώπινα δικαιώματα. Η περιοχή Κελμέντ απομονώθηκε τόσο από τα σύνορα, όσο και από έλλειψη δρόμων για 20 ακόμη χρόνια, η ίδρυση αγροτικών συνεταιρισμών επέφερε οικονομική καθυστέρηση. Πολλοί Κελμεντί διέφυγαν, μερικοί εκτελέστηκαν προσπαθώντας να περάσουν τα σύνορα.
Σύμβολο του Κόμματος Εργασίας της Αλβανίας.
Μετά την απελευθέρωση της Αλβανίας από τη Ναζιστική κατοχή η χώρα έγινε Κομμουνιστικό κράτος, η Λαϊκή Δημοκρατία της Αλβανίας (που μετονομάστηκε "Λαϊκή Σοσιαλιστική Δημοκρατία της Αλβανίας" το 1976), υπό την ηγεσία του Ενβέρ Χότζα και του Κόμματος Εργασίας της Αλβανίας.
Η σοσιαλιστική ανοικοδόμηση της Αλβανίας ξεκίνησε αμέσως μετά την κατάργηση της μοναρχίας και την εγκαθίδρυση "Λαϊκής Δημοκρατίας". Το 1947 ολοκληρώθηκε η πρώτη σιδηροδρομική γραμμή της Αλβανίας και οκτώ μήνες αργότερα η δεύτερη. Ψηφίστηκαν νόμοι αγροτικής μεταρρύθμισης, που παραχωρούσαν τη γη στους εργάτες και στους αγρότες που την καλλιεργούσαν. Η γεωργία άρχισε να γίνεται συνεταιριστική και η παραγωγή αυξήθηκε σημαντικά, καθιστώντας την Αλβανία γεωργικά αυτάρκη. Το 1955 ο αναλφαβητισμός είχε εξαλειφθεί στον πληθυσμό ενηλίκων της Αλβανίας.
Την περίοδο αυτή η Αλβανία εκβιομηχανίστηκε και γνώρισε γρήγορη οικονομική ανάπτυξη, καθώς και πρωτοφανή πρόοδο στους τομείς της υγείας και της εκπαίδευσης. Το μέσο ετήσιο ποσοστό αύξησης του εθνικού εισοδήματος της Αλβανίας ήταν υψηλότερο κατά 29 % από το μέσο παγκόσμιο και 56 % από το μέσο Ευρωπαϊκό.
Οι θρησκευτικές ελευθερίες περιορίστηκαν δραστικά κατά την Κομμουνιστική περίοδο, με πολλές μορφές λατρείας να τίθενται εκτός νόμου. Τον Αύγουστο του 1945 ο Νόμος Αγροτικής Μεταρρύθμισης προέβλεπε την εθνικοποίηση μεγάλων τμημάτων της ακίνητης περιουσίας που κατείχαν θρησκευτικές ομάδες (κυρίως Ισλαμικά βακούφια), καθώς και κτημάτων μοναστηριών και επισκοπών. Πολλοί πιστοί, ουλεμάδες και ιερείς, συνελήφθησαν, βασανίστηκαν και εκτελέστηκαν. Το 1949 ένα Νέο Διάταγμα για τις Θρησκευτικές Κοινότητες προέβλεπε ότι αυτές και όλες οι δραστηριότητές τους θα ελέγχονταν ποινικά μόνο από το κράτος.
Το 1967 ο Χότζα κήρυξε την Αλβανία το πρώτο "αθεϊστικό κράτος" στον κόσμο. Εκατοντάδες τζαμιά και δεκάδες Ισλαμικές βιβλιοθήκες - που περιελάμβαναν ανεκτίμητα χειρόγραφα - καταστράφηκαν. Δεν γλίτωσαν ούτε οι εκκλησίες και πολλές μετατράπηκαν σε πολιστικά κέντρα για τους νέους. Ο νέος νόμος απαγόρευε κάθε "φασιστική, θρησκευτική, πολεμοκάπηλη, αντισοσιαλιστική δραστηριότητα και προπαγάνδα". Το θρησκευτικό κήρυγμα επέσυρε ποινή φυλάκισης τριών έως δέκα ετών. Παρόλα αυτά πολλοί Αλβανοί συνέχισαν να θρησκεύονται μυστικά.
Άποψη του Κέντρου των Τιράνων τη νύχτα.
Η πτώση του Κομμουνισμού
Το 1985 ο Χότζα πέθανε και ανέλαβε στη θέση του ο Ραμίζ Αλία. Αρχικά ο Αλία προσπάθησε να ακολουθήσει τα βήματα του Χότζα, αλλά οι πολιτικοκοινωνικές αλλαγές στην ανατολική Ευρώπη είχαν ήδη ξεκινήσει. Στη Σοβιετική Ένωση ανέλαβε ο Μιχαήλ Γκορμπατσώφ, εφαρμόζοντας τις πολιτικές της γκλάσνοστ και της περεστρόικα. Το αλβανικό καθεστώς βρέθηκε υπό την πίεση των ΗΠΑ, της Ευρώπης και της εσωτερικής εξέγερσης. Μετά την εκτέλεση του Νικολάε Τσαουσέσκου (του κομμουνιστή ηγέτη της Ρουμανίας) το 1989, ο Αλία υπέγραψε τησυμφωνία του Ελσίνκι για το σεβασμό των ανθρωπίνων δικαιωμάτων. Επέτρεψε επίσης τον πλουραλισμό στην πολιτική έκφραση και, παρόλο που το κόμμα του κέρδισε τις εκλογές του 1991, έγινε φανερό ότι οι αλλαγές θα συνεχίζονταν. Το 1992 προκηρύχθηκαν και πάλι γενικές εκλογές τις οποίες κέρδισε το νέο Δημοκρατικό Κόμμα με ποσοστό 62%. Ο Αλία παραιτήθηκε και ο Σαλί Μπερίσα έγινε ο πρώτος πρόεδρος της μετακομμουνιστικής περιόδου[εκκρεμεί παραπομπή].
Στις εκλογές του Ιουνίου του 1996 το Δημοκρατικό Κόμμα προσπάθησε να κερδίσει την απόλυτη πλειοψηφία, νοθεύοντας τα αποτελέσματα, σύμφωνα με τους ισχυρισμούς των αντιπάλων του, και κατακτώντας το 85% των εδρών της Βουλής. Το 1997 το σκάνδαλο των πυραμίδων ταρακούνησε οικονομικά τη χώρα και οδήγησε σε κοινωνικές αναταραχές. Από αστυνομικούς σταθμούς και στρατιωτικές βάσεις εκλάπησαν [εκκρεμεί παραπομπή] καλάσνικοφ και άλλα όπλα. Επικράτησε χάος και πολλές πόλεις ελέγχονταν από στρατιωτικά σώματα ή λιγότερο οργανωμένα σώματα ένοπλων πολιτών. Ακόμα και οι στρατιωτικοί σύμβουλοι των ΗΠΑ εγκατέλειψαν τη χώρα χάριν ασφαλείας. Η κυβέρνηση του Αλεξάντερ Μέξι (Aleksander Meksi) παραιτήθηκε και δημιουργήθηκε κυβέρνηση εθνικής ενότητας. Το Σοσιαλιστικό Κόμμα κέρδισε τις εκλογές του 1997 και ο Μπερίσα παραιτήθηκε από πρόεδρος[εκκρεμεί παραπομπή].
Ωστόσο, η σταθερότητα δεν αποκαταστάθηκε εύκολα. Οι ανταγωνισμοί ανάμεσα στους διαφορετικούς πόλους εξουσίας στο Σοσιαλιστικό Κόμμα είχαν ως αποτέλεσμα μια σειρά βραχύβιων σοσιαλιστικών κυβερνήσεων. Η χώρα πλημμύρισε με πρόσφυγες από το γειτονικό Κόσοβο το 1998 και το 1999, κατά τη διάρκεια του πολέμου. Τον Ιούνιο του 2002 εκλέχθηκε πρόεδρος ο Άλφρεντ Μοϊσιού (Alfred Moisiu), πρώην στρατηγός, στη θέση του Ρετζέπ Μεϊντάνι (Rexhep Meidani). Οι βουλευτικές εκλογές του Ιουλίου του 2005 έφεραν πίσω στην εξουσία τον Σαλί Μπερίσα, αρχηγό του Δημοκρατικού Κόμματος, που φέρεται από ορισμένους αναλυτές ότι κέρδισε χάρη στις εσωτερικές συγκρούσεις του Σοσιαλιστικού Κόμματος και μια σειρά σκανδάλων επί διακυβέρνησης Φατός Νάνο (Fatos Nano). Τον Ιούλιο του 2007 ο αντιπρόεδρος του Δημοκρατικού Κόμματος, Μπαμίρ Τόπι, υποστηριζόμενος και από έξι βουλευτές του Σοσιαλιστικού Κόμματος, εξελέγη νέος Πρόεδρος της Δημοκρατίας.[εκκρεμεί παραπομπή]
Από το 1990 η Αλβανία είναι προσανατολισμένη διπλωματικά προς τη Δύση. Στις 28 Απριλίου του 2009 υπέβαλε αίτηση για ένταξη στην ΕΕ. Το 2013 η Ευρωπαϊκή Επιτροπή γνωμοδότησε υπέρ της παραχώρησης καθεστώτος υποψήφιας χώρας από το Ευρωπαϊκό Συμβούλιο, το οποίο όμως αρνήθηκε ύστερα από πιέσεις της Ολλανδικής κυβέρνησης τον Δεκέμβριο του ίδιου έτους. Η χώρα έγινε δεκτή στο Συμβούλιο της Ευρώπης και το 2009 έγινε μέλος του ΝΑΤΟ. Το εργατικό δυναμικό της χώρας συνέχισε να μεταναστεύει στην Ελλάδα, την Ιταλία, τη Γερμανία και άλλες χώρες της Ευρώπης και της Βόρειας Αμερικής.
Αλβανικός εθνικισμός
Ο αλβανικός εθνικισμός (γνωστός και ως Αλβανισμός ή Παναλβανισμός) εμφανίστηκε μερικές δεκαετίες αργότερα από τον αντίστοιχο ελληνικό και σερβικό εθνικισμό. Αντίθετα από αυτούς, δεν έχει ως βασική αιτία εμφάνισής του τη διάθεση αποτίναξης της τουρκικής κυριαρχίας. Έχει σημείο εκκίνησης το φόβο διαμελισμού της Αλβανίας μεταξύ Σερβίας και Ελλάδας μετά τον ρωσοτουρκικό πόλεμο του 1878, αποτέλεσμα του οποίου ήταν η σερβικήανεξαρτησία.
Στα 11 επόμενα χρόνια, ως εκπρόσωπος του αλβανικού εθνικού ρομαντισμού ξεπρόβαλε το κίνημα της αλβανικής αναγέννησης (Rilindja). Οι μύθοι που δημιούργησε και διέδωσε αυτό το κίνημα συγκαταλέγονται στους τυπικούς μύθους του ευρωπαϊκού ρομαντισμού του 19ου αιώνα και ενέπνευσαν στους Αλβανούς αίσθημα υπερηφάνειας για τη μοναδικότητα του λαού τους. Οι κυριότεροι από τους μύθους αυτούς εξήραν την αρχαιότητα των Αλβανών και της γλώσσας τους, θεωρώντας μάλιστα πως η τελευταία ανήκει στις παλαιότερες γλώσσες του κόσμου. Επίσης, προκειμένου οι Αλβανοί να διαχωριστούν από τους Έλληνες και τους Σέρβους, ακόμη και να καταδειχτεί πως είναι παλαιότεροι από αυτούς, η Rilindja υποστήριξε την προέλευσή τους από τους Πελασγούς, οι οποίοι κατείχαν την βαλκανική χερσόνησο πριν αντικατασταθούν από τους Ιλλυριούς. Αυτές οι θέσεις οδήγησαν και στην κατασκευή Αλβανών ηρώων της αρχαιότητας, μεταξύ των οποίων ο Μέγας Αλέξανδρος και ο βασιλιάς Πύρρος της Ηπείρου.
Ο κεντρικός όμως χαρακτήρας γύρω από τον οποίο πλέχτηκε η μυθολογία του αλβανικού εθνικού ρομαντισμού είναι ο Σκεντέρμπεης (Γεώργιος Καστριώτης). Όμως η διστακτικότητα των Αλβανών να αποφασίσουν ανάμεσα στο χριστιανικό και το τουρκικό όνομα του Καστριώτη είναι ενδεικτική. Η αντικειμενική δυσκολία των τριών δογμάτων στα οποία ήταν διαιρεμένοι οι Aλβανοί (καθολικισμός, ορθοδοξία, ισλαμισμός) ξεπεράστηκε με την αποσύνδεση της προσωπικότητας του Σκεντέρμπεη από το θρήσκευμά του. Πρωτεργάτης αυτής της προσπάθειας ήταν ο Βάσο Πασάς, Οθωμανός αξιωματούχος αλβανικής καταγωγής ο οποίος σε ένα από τα πιο φημισμένα ποιήματά του έγραψε πως «θρησκεία των Αλβανών είναι ο Αλβανισμός» Αλλά κύριος συνεισφέρων στην ενσωμάτωση του Σκεντέρμπεη στον αλβανικό εθνικιστικό μύθο ήταν ο εθνικός ποιητής Naim Frashëri (1846-1900). Το επικό ποίημά του Η ιστορία του Σκεντέρμπεη (Historia e Skënderbeut''), όπου υμνείται η ομορφιά της χώρας και της γλώσσας της, αποστηθίστηκε από κάθε Αλβανό που ολοκλήρωσε τη βασική εκπαίδευση, μετά την ανεξαρτησία της χώρας το 1912. Για να συμπληρωθεί όμως ο εθνικός μύθος, χρειαζόταν και η άλλη όψη του νομίσματος, οι δυνάμεις του κακού, τις οποίες εκπροσωπούσαν οι 4 αιώνες οθωμανικής κατοχής. Αυτοί οι αιώνες θεωρήθηκαν περίοδος πλήρους σκότους από το οποίο η Αλβανία αναδύθηκε με τη βοήθεια των ηρώων της Rilindja οι οποίοι, εμπνευσμένοι από τον Καστριώτη, πολέμησαν «με το τουφέκι και την πένα».
Η κυριαρχία του ρομαντικού αλβανικού εθνικισμού στην εκπαίδευση της μεσοπολεμικής Αλβανίας συνέβαλε σημαντικά στον εθνικό απελευθερωτικό χαρακτήρα τον οποίο πήρε ο αγώνας των κατοίκων της χώρας, υπό την ηγεσία των κομμουνιστών, εναντίον των κατακτητών Ιταλών και Γερμανών.
Κομμουνιστική περίοδος
Μετά τον πόλεμο, το καθεστώς του Ενβέρ Χότζα βρέθηκε μπροστά στο παράδοξο της ανάγκης να συμβιβάσει την παραδοσιακή εθνικιστική ιδεολογία της rilindja με τους νέους κομμουνιστικούς μύθους. Έτσι, το παρελθόν της Αλβανίας, κατ' αναλογία της θέσης της Παλαιάς Διαθήκης στο Χριστιανισμό, παρουσιάστηκε ως μια περίοδος ηρωικών αγώνων του αλβανικού λαού, οι οποίοι όμως δεν είχαν επιτυχή κατάληξη καθώς έλειπε ο πραγματικός ηγέτης. Ως ορόσημα της προ-κομμουνιστικής εθνικής ιστορίας θεωρήθηκαν ο Σκεντέρμπεης, η Αλβανική Αναγέννηση και ο ανταρτοπόλεμος εναντίον των δυνάμεων του Άξονα, με αντιήρωες τους Τούρκους, τους Έλληνες, τους Σέρβους, τους φασίστες-ναζί και τους Αλβανούς συνεργάτες τους, ενώ αρνητικό ρόλο παίζουν επίσης η θρησκεία και οι κληρικοί, ιδιαίτερα οι καθολικοί
Ενώ στην καθημερινή ζωή έγινε συστηματική προσπάθεια να εισαχθούν εκσυγχρονιστικές κομμουνιστικές ιδέες, ο καθορισμός της αλβανικής εθνικής ταυτότητας (ψυχής) συνέχισε, μόνο θεωρητικά, να βασίζεται στις παραδοσιακές αξίες της τιμής (ndera), της ανδρείας (burrnija) και της μπέσας (besa, δηλ. του λόγου της τιμής), αξιών που αποτελούν και τη βάση των περισσότερων διηγημάτων του υποψήφιου για βραβείο Νόμπελ Αλβανού συγγραφέαΙσμαήλ Κανταρέ.
Όσο για τις προσπάθειες, στη δεκαετία του '50, να συζητηθεί ανοιχτά μεταξύ των επιστημόνων της χώρας η ιστορική διαδικασία εθνογένεσης των Αλβανών, αυτές σταμάτησαν όταν ο Ενβέρ Χότζα δήλωσε ότι η προέλευση του αλβανικού έθνους είναι ιλλυρική.
Μετά τον κομμουνισμό
Με την πτώση του υπαρκτού σοσιαλισμού έχουν υποστηριχθεί διάφορες θεωρίες από τοπικούς ιστορικούς ερευνητές που αναλύουν το αρχαίο παρελθόν της χώρας. Οι θεωρίες αυτές, ιδιαίτερα η υποστηριζόμενη σύνδεση με τουςΠελασγούς και η προέλευση των Ευρωπαίων από τους τελευταίους, αποσκοπούν στην ανύψωση του εθνικού φρονήματος και λειτουργούν ως απάντηση στο φαντασιακό επίπεδο, στις δυσκολίες διάσχισης των συνόρων και την οικονομική και πολιτιστική διείσδυση της Ελλάδας. Αποτελούν παράδοξο στον τομέα της ανθρωπολογίας της παγκοσμιοποίησης: Η σύγχρονη κοινωνία, αντιμετωπίζοντας τις δυσχέρειες του εκμοντερνισμού, βρίσκει συμβολισμούς και έννοιες μέσα από ένα ιδεώδες κι ένδοξο αρχαίο παρελθόν.
Το 2014 επιβεβαιώθηκε ότι η χώρα είναι υποψήφια για ένταξη στην ΕΕ.
Η Αλβανία έχει συνολική έκταση 28.748 τετραγωνικών χιλιομέτρων, ποσοστό 22 % εκείνης της Ελλάδας. Βρίσκεται μεταξύ των γεωγραφικών πλατών 39° και 43° Β και στο μεγαλύτερο μέρος της μεταξύ των γεωγραφικών μηκών 19° και 21° Α (μια μικρή περιοχή βρίσκεται ανατολικά του 21°). Το μήκος της ακτογραμμής της Αλβανίας είναι 476 χλμ., που εκτείνεται κατά μήκος της Αδριατικής και του Ιονίου. Οι δυτικές πεδιάδες βλέπουν στην Αδριατική.
Με την ακτογραμμή της στην Αδριατική και το Ιόνιο, τα υψίπεδά της στην ανυψωμένη Βαλκανική ενδοχώρα και όλη τη χώρα σε ένα γεωγραφικό πλάτος υποκείμενο σε ποικιλία καιρικών συνθηκών, η Αλβανία έχει μεγάλο αριθμό κλιματικών περιοχών, σε σχέση με την έκτασή της. Οι παραλιακές πεδιάδες έχουν χαρακτηριστικά Μεσογειακό κλίμα, ενώ τα υψίπεδα Μεσογειακό ηπειρωτικό. Τόσο στις πεδιάδες όσο και στην ενδοχώρα ο καιρός ποικίλει αισθητά από το βορρά στο νότο.
Η μετάβαση της Αλβανίας από μια σοσιαλιστική κεντρικά σχεδιασμένη οικονομία στον καπιταλισμό της ελεύθερης αγοράς υπήρξε σε μεγάλο βαθμό επιτυχής. Υπάρχουν σημάδια αύξησης των επενδύσεων και οι διακοπές ηλεκτρικού ρεύματος έχουν μειωθεί τόσο ώστε η Αλβανία εξάγει ενέργεια. Το 2012 το κατά κεφαλή ΑΕΠ της, εκφρασμένο σε Αξία Αγοραστικής Δύναμης ήταν το 30 % του μέσου της ΕΕ, ενώ η Πραγματική Ιδιωτική Κατανάλωση ήταν 35 %. Η Αλβανία έχει επίσης δείξει προοπτικές οικονομικής ανάπτυξης, καθώς όλο και περισσότερες επιχειρήσεις μετεγκαθίστανται εκεί και τα καταναλωτικά αγαθά καθίστανται διαθέσιμα από τους αναδυόμενους εμπόρους, στο πλαίσιο της τρέχουσας μαζικής παγκόσμιας διαδικασίας περικοπής του κόστους. Η Αλβανία, η Κύπρος και η Πολωνία ήταν οι μόνες Χώρες στην Ευρώπη. που κατέγραψαν οικονομική ανάπτυξη το πρώτο τέταρτο του 2010. Το Διεθνές Νομισματικό Ταμείο (ΔΝΤ) προέβλεψε 2,6 % ανάπτυξη για την Αλβανία το 2010 και 3,2 % για το 2011.
Η μετάβαση της Αλβανίας από μια σοσιαλιστική κεντρικά σχεδιασμένη οικονομία στον καπιταλισμό της ελεύθερης αγοράς υπήρξε σε μεγάλο βαθμό επιτυχής. Υπάρχουν σημάδια αύξησης των επενδύσεων και οι διακοπές ηλεκτρικού ρεύματος έχουν μειωθεί τόσο ώστε η Αλβανία εξάγει ενέργεια. Το 2012 το κατά κεφαλή ΑΕΠ της, εκφρασμένο σε Αξία Αγοραστικής Δύναμης ήταν το 30 % του μέσου της ΕΕ, ενώ η Πραγματική Ιδιωτική Κατανάλωση ήταν 35 %. Η Αλβανία έχει επίσης δείξει προοπτικές οικονομικής ανάπτυξης, καθώς όλο και περισσότερες επιχειρήσεις μετεγκαθίστανται εκεί και τα καταναλωτικά αγαθά καθίστανται διαθέσιμα από τους αναδυόμενους εμπόρους, στο πλαίσιο της τρέχουσας μαζικής παγκόσμιας διαδικασίας περικοπής του κόστους. Η Αλβανία, η Κύπρος και η Πολωνία ήταν οι μόνες Χώρες στην Ευρώπη. που κατέγραψαν οικονομική ανάπτυξη το πρώτο τέταρτο του 2010. Το Διεθνές Νομισματικό Ταμείο (ΔΝΤ) προέβλεψε 2,6 % ανάπτυξη για την Αλβανία το 2010 και 3,2 % για το 2011.
Τώα δείτε ένα βίντεο του Geeography Now που έγινε για την Αλβανία
Comments